Πέμπτη 3 Μαρτίου 2011

Αναπνεύστε γιατί χανόμαστε...

«Ο Ιλισός και ο Κηφισός είναι στα πόδια μας χρυσός.»

«Πώς η πόλη που αγαπήσαμε μετατρέπεται σε πόλη που φοβόμαστε», θα μπορούσε να είναι ένας εναλλακτικός τίτλος του παρόντος κειμένου. Μία πόλη-τερατούργημα, δημιούργημα του ιδιωτικού κέρδους και της εκλογικής πελατείας, που της λείπει το οξυγόνο αφενός και η αισθητική αφετέρου. 

Πόσες ομορφιές της μας δόθηκαν απλόχερα και πόσες από αυτές τελικά εκμεταλλευτήκαμε; Μας προίκισε με ποτάμια, πράσινο και εμείς ως βάναυσοι καταπατητές φροντίσαμε σε σύντομο χρονικό διάστημα να τα «θάψουμε», σκεπάζοντάς τα με μπετόν, μπετόν και άλλο μπετόν. Ποτάμια έδωσαν τη θέση τους σε αυτοκινητοδρόμους, μετατρέποντας το αυτοκίνητο σε αποκλειστικό μέσο μετακίνησης, δέντρα ξεριζώθηκαν για να φιλοξενήσουν άχαρες, στενόχωρες, τσιμεντένιες πολυκατοικίες, εντείνοντας το αίσθημα της κλειστοφοβίας και της αποπνιξίας ενώ ταυτόχρονα δασικές εκτάσεις πυρπολήθηκαν επιτρέποντας την ανοικοδόμηση αυθαιρέτων επεκτείνοντας το πολυσυζητημένο σχέδιο πόλης. 

Πόσα νεοκλασικά κτήρια (βίλες συγκεκριμένα) που συνέθεταν την εικόνα της πόλης στις αρχές του 20ου αιώνα κατεδαφίστηκαν με σκοπό τη δημιουργία των γνωστών μεγαθήριων που στεγάζουν γραφεία υπηρεσιών στην ευρύτερη περιοχή του κέντρου; Στις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες προστατεύουν σαν ανεκτίμητο θησαυρό ανάλογα κτήρια προσελκύοντας τουρίστες από όλες τις πλευρές του κόσμου, τουρίστες που φέρνουν χρήμα, χρήμα που οδηγεί στην ανάπτυξη κ.ο.κ. Αδυνατώ να συλλάβω το σκεπτικό των υπευθύνων κατεδάφισης των κτηρίων όπως αδυνατώ να κατανοήσω την επιθυμία κατεδάφισης των νεοκλασικών οικοδομημάτων στη Διονυσίου Αρεοπαγίτου επειδή αποτελούσαν εμπόδιο στη θέα της Ακρόπολης από την πλευρά του Μουσείου. Τι άλλο θα ακούσουμε, Θεέ μου; 

Όλοι αναζητούν την ρίζα του προβλήματος μοιράζοντας την ευθύνη ανάμεσα στη Μικρασιατική καταστροφή με τη ραγδαία αύξηση του πληθυσμού της Αθήνας, στην εποχή του καραμανλικού εκσυγχρονισμού και της αντιπαροχής (στερνή μου γνώση να σε είχα πρώτα) και στην εποχή της χούντας. Είναι από τις φορές που αρνούμαι να ανατρέξω στη βάση του προβλήματος και να κάνω εικασίες για τις αμέτρητες επιλογές που σαφώς θα υπήρχαν και τις λάθος αποφάσεις που τελικά πάρθηκαν. 

Με διαπερνά ρίγος όταν σκέφτομαι ότι το νερό κάτω από τη Σταδίου κυλάει ακόμα εγκλωβισμένο σε ένα σκοτεινό περιβάλλον, κρυμμένο σαν το ίασμα αυτής τη πόλης, και από πάνω τόσα εκατομμύρια πόδια περνούν αδιάφορα, βιαστικά, ρομποτικά ασχημαίνοντας αυτό το αστικό περιβάλλον (urban life). Ο Ιλισός, το μεγαλύτερο ποτάμι που διέσχιζε την Αθήνα «τιμωρήθηκε» με μπετόν από το 1948 που άρχισαν οι εργασίες κάλυψής του δημιουργώντας αυτοκινητόδρομους, με ηχορύπανση, σκόνη και νέφος. Πόσο διαφορετικό όμως θα ήταν το τοπίο με το ποτάμι να συνεχίζει να διασχίζει την πόλη, το πράσινο να εξακολουθεί να προσθέτει τη γοητεία του και τους ανθρώπους να μπορούν να απολαύσουν μία όαση οξυγόνου, κάνοντας βόλτα και αναπνέοντας ; 

Πόση ακόμα πολυκατοικία και πόσο ακόμα γκρίζο μπορεί να αντέξει μία πόλη; Η οικονομική κρίση έφερε μαζί της μία πλειάδα αρνητικών συνεπειών. Εντούτοις έκανε και ένα καλό… Πάγωσε την ανέγερση οικοδομών, σταμάτησε την ατέρμονη παραγωγή πολυκατοικιών δίνοντας ένα ίσως τελευταίο περιθώριο στου ιθύνοντες να επαναπροσδιορίσουν και να αναζητήσουν εκ νέου τις λύσεις για την Αθήνα που μας αξίζει… Λύσεις που έχουν διατυπωθεί ουκ ολίγες φορές από αρχιτέκτονες και περιβαλλοντολόγους αλλά έχουν μείνει στα χαρτιά και στο μυαλό κάποιων υπεραισιόδοξων που παρόλα αυτά εξακολουθούν και αγαπούν την πόλη που τους φιλοξενεί. 

Υ.Γ. Το κείμενο είναι αφιερωμένο σε μία φίλη μεταφράστρια η οποία εξ αφορμής ενός βιβλίου που μεταφράζει σχετικά με τις περιηγήσεις ενός Άγγλου στην Αθήνα του 1890-1900, με ρώτησε αν μπορεί να πάει να χαζέψει τον Ιλισό και το όμορφο πράσινο τοπίο που τον περιτριγυρίζει. Είναι εύκολο να φανταστεί κανείς πόσο γέλασα αλλά και πόσο τελικά θύμωσα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου