Παρασκευή 4 Μαρτίου 2011

Πιάτσα Σοφοκλέους...

Δύο χρόνια πριν, σε μία πρώτη στιγμή συνειδητοποίησης της κατάστασης στο ιστορικό κέντρο της Αθήνας, έγραψα ένα κείμενο και το έστειλα για δημοσίευση στην Athens Voice. Από τότε τολμώ να πω ότι τίποτα δεν άλλαξε, εκτός από το γεγονός ότι η gallery που εκείνη την ημέρα επισκεπτόμουν αποφάσισε να μεταφερθεί.Για την ώρα ακολουθεί το κείμενο που είχε γραφτει εν ετει 2008.



Παρασκευή μεσημέρι

15:40



Στο κέντρο της πρωτεύουσας της Ελλάδας, Μέκκα των λαθρομεταναστών, των μαύρων και των άσπρων, των ξένων και των Ελλήνων, των επικίνδυνων και μη, των ναρκομανών και των νταβατζήδων, των κλεφτών και των εκβιαστών. Σοφοκλέους, μεσημέρι Παρασκευής, κατηφορίζω μετά από μία κουραστική εβδομάδα στο χάος που λέγεται Αθήνα για να χωθώ σε ένα χώρο τέχνης, να παρακολουθήσω τη δουλειά καλλιτεχνών που αγωνίζονται να πουν κάτι με το έργο τους (άσχετα αν κάνεις δεν τους ακούει όσο και αν φωνάζουν). Ξεχασμένα, μίζερα μαγαζιά μπαχαρικών, που κάποτε ομόρφαιναν την περιοχή με την μυρωδιά τους, στενά δρομάκια γεμάτα ανθρώπους από κάθε άλλη φυλή πέραν της ελληνικής, ένα σκουπιδιάρικο με Έλληνες εργαζόμενους που βρίζουν, φτύνουν και φωνάζουν, κορναρίσματα από τα σταματημένα (λόγω σκουπιδιάρικου) αυτοκίνητα, φωνές από μία γυναίκα που μόλις της έκλεψαν το κινητό. Δυσκολεύομαι να συνειδητοποιήσω τι ακριβώς συμβαίνει, δεν προλαβαίνω να επεξεργαστώ το περιβάλλοντα χώρο μου μάλλον κάποιο είδους πολιτισμικού σοκ διαπερνά τον οργανισμό μου.
Συνεχίζω να περπατάω έχοντας τα μάτια μου πια ανοικτά, κρατώντας καλά την τσάντα και με το κινητό στο χέρι, σε περίπτωση κινδύνου να προσποιηθώ ότι μιλάω. Κοιτάω διστακτικά δεξιά και αριστερά μαγαζιά όλα με μαρκίζες άγνωστης γραφής, με φάτσες άλλες συμπαθητικές και άλλες περίεργες, ύποπτες και λίγα μέτρα πιο κάτω μαζεμένοι κατά μήκους του δρόμου , στα στενά πεζοδρόμια, μαύροι και άλλοι μαύροι ίσως και κάποιοι λευκοί, σε καρφώνουν στα μάτια (ακόμα και αν φοράς γυαλιά), σε πλησιάζουν και σαν να σε ρωτούν τι ώρα είναι, σε ρωτούν αν θέλεις λίγο «μαύρο», σε προσκαλούν μαζί τους, φεύγεις, σε αγριοκοιτάζουν , προχωράς πιο κάτω να φτάσεις στον προορισμό σου, κι άλλοι μαζεμένοι, αυτή τη φορά πιο πολλοί, σε ξανά-πλησιάζουν, και πάλι η ίδια ερώτηση , με την ίδια εμμονή και επιμονή, σε καρφώνουν…. Διστάζω αυτή τη φορά… Κοντοστέκομαι για λίγα δευτερόλεπτα, το μάτι μου φτάνει ως το τέλος του δρόμου, εκεί θέλω να φτάσω… Θα τα καταφέρω; «Τους Λαιστρυγόνες και τους Κύκλωπας, τον θυμωμένο Ποσειδώνα μη φοβάσαι» έλεγε ο καβάφης στην Ιθάκη του, έλα όμως που φοβάμαι…

Εκεί είναι και άλλοι πιο πολύ, έχουν κλείσει το δρόμο, λίγο πιο δεξιά στα στενά, πρεζάκια κάνουν τη δόση τους, ένας την κτυπάει στα γεννητικά του όργανα ή κάπου εκεί κοντά, άλλοι βρίσκονται σαν νεκροί στη μέση του δρόμου, στους βρώμικους δρόμους, γεμάτους σύριγγες, αίμα, προφυλακτικά και σκουπίδια.

Δεν έφτασα ποτέ στον προορισμό μου, το σώμα μου αδυνατούσε να συνεχίσει και η ψυχή μου έτρεμε…. έκανα μεταβολή, χώθηκα στη μέση του δρόμου, ανάμεσα στα αυτοκίνητα που κατηφόριζαν στο δρόμο προκειμένου να προφυλαχτώ, να κρυφτώ να μην με πάρουν τα σκάγια… Εμπόλεμη ζώνη. Με εχθρούς, με νικητές και χαμένους, με ζωντανούς και νεκρούς, με θύτες και θύματα. Πεδίο μάχης. Με δυνατές ισοπεδωτικές βολές. Και σε όλα αυτά, η κοινωνία, εγώ, εσύ, ο διπλανός μας, η πολιτεία, απόντες. Προστατευμένοι στα σπίτια μας, καλλυμένοι στην άνεσή μας, ζώντας τη ζωή μας από μακριά , κρατώντας απόσταση. Και αναρωτιέμαι, μέχρι ποιο σημείο πρέπει να φτάσει η κατάσταση για να δοθεί επιτέλους μία λύση; Τα μαγαζιά στην ευρύτερη περιοχή κλείνουν το ένα μετά το άλλο, οι λιγοστοί απομείναντες καταστηματάρχες αγανακτισμένοι αλλά και φοβισμένοι κλειδαμπαρώνονται μέσα στα ίδια τους τα καταστήματα, η περιοχή μυρίζει ούρα και ναρκωτικά, οι δρόμοι εγκαταλελειμμένοι στη δική τους μοίρα, οι περαστικοί με άγρυπνα μάτια με το φόβο ζωγραφισμένο σε αυτά προσπαθώντας να προστατέψουν τον εαυτό τους. Που είναι το μεγαλείο και η ομορφιά του ιστορικού κέντρου; Τι κάνουμε για να προφυλάξουμε την πόλη μου ζούμε; Και τελικά ενδιαφέρεται κανείς για τη σωτηρία ή απλά έχουμε παγιδευτεί στον ατομικισμό μας, στην αδιαφορία μας και στην ικανοποίηση των πλασματικών μας αναγκών; Ο καθένας ας ψάξει την απάντηση στα μάτια των εκάστοτε θυμάτων του άδικου αυτού «πολέμου»….

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου